12-15

Τι δείχνουν οι έρευνες για τα fake news;

Ένας στους δυο Έλληνες δηλώνει ότι κάθε μέρα ή σχεδόν κάθε μέρα έρχεται αντιμέτωπος με μια είδηση που είτε είναι παραπλανητική είτε τελείως ψευδής.

Η παγκοσμιοποίηση του εκρηκτικού προβλήματος των ψευδών ειδήσεων στο διαδίκτυο και η έντονη ανησυχία των πολιτών για τις συνέπειες που θα έχει το φαινόμενο, ακόμα και στη δημοκρατία, αποτυπώνεται στην έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, τα αποτελέσματα της οποίας ανακοινώθηκαν στις 12 Μαρτίου 2018 .  Περισσότεροι από 26.000 πολίτες της Ε.Ε ρωτήθηκαν για τις αντιλήψεις τους και τις ανησυχίες τους γύρω από τα ψεύτικα νέα με το εντυπωσιακό ποσοστό του 83% να θεωρεί ότι η παραπληροφόρηση αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τη δημοκρατία και το 85% να κατατάσσει τα ψεύτικα νέα ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη χώρα του.

Στο πλαίσιο της έκθεσης η παραπληροφόρηση ορίζεται ως ψευδείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες που κατασκευάζονται, παρουσιάζονται και προωθούνται με σκοπό το κέρδος ή για να ζημιώσουν το κοινό συμφέρον. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να υπονομεύσουν τις δημοκρατικές διαδικασίες και αξίες και να θέσουν στο στόχαστρο διάφορους τομείς, όπως η υγεία, η επιστήμη, η εκπαίδευση και ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη συμμετοχής όλων των ενδιαφερόμενων μερών σε κάθε πιθανή δράση και συνιστά κατά κύριο λόγο την υιοθέτηση μιας προσέγγισης αυτορρύθμισης.

Τι πιστεύουν οι  Έλληνες για τις ψευδείς ειδήσεις

Περισσότεροι από τους μισούς Έλληνες (ποσοστό 55%) πιστεύουν ότι κάθε μέρα ή σχεδόν κάθε μέρα έρχονται αντιμέτωποι με μια είδηση ή πληροφορία που είτε τους παραπλανά σχετικά με την πραγματικότητα είτε είναι τελείως ψευδής .

Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δείχνει το έλλειμμα εμπιστοσύνης των Ελλήνων για τις ειδήσεις. Το αντίστοιχο μέσο ποσοστό στην ΕΕ είναι 37%, ενώ η χώρα με τους λιγότερους καχύποπτους σε καθημερινή βάση είναι η Φινλανδία (18%). Στην Κύπρο η καθημερινή αμφιβολία για την αξιοπιστία των ειδήσεων φθάνει το 45%.

Στο ερώτημα «πόσο ικανοί πιστεύετε ότι είσθε να εντοπίσετε μια ψευδή είδηση», δύο στους τρεις Έλληνες (64%) δηλώνουν ότι έχουν μεγάλη ή αρκετή εμπιστοσύνη πως μπορούν να το κάνουν, ενώ ένας στους τρεις (35%) έχει μικρή έως καθόλου εμπιστοσύνη ότι μπορεί να διακρίνει την παραπληροφόρηση.

Στο ερώτημα ποιοι πρέπει να σταματήσουν την εξάπλωση των ψευδών ειδήσεων, οι περισσότεροι Έλληνες (40%) απαντούν «οι δημοσιογράφοι» και ακολουθούν «οι ίδιοι οι πολίτες» (36%), «οι εθνικές αρχές» (34%), «η διεύθυνση των μέσων ενημέρωσης» (30%), «οι θεσμοί της ΕΕ» (25%) και «τα online κοινωνικά δίκτυα» (13% - έναντι 26% στην ΕΕ).

Ερευνα MIT: Οι ψευδείς ειδήσεις ταξιδεύουν 6 φορές γρηγορότερα

Οι ψευδείς ειδήσεις ταξιδεύουν έξι φορές γρηγορότερα από ό,τι οι αληθινές, υποστηρίζει νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η μεγαλύτερη τού είδους μέχρι σήμερα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Σορούς Βοσούγκι του Εργαστηρίου Κοινωνικών Μηχανών του Media Lab του Πανεπιστημίου ΜΙΤ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Science», συνέκριναν τη διάχυση της αληθούς και της ψευδούς πληροφόρησης μέσω διασποράς (retweeting) των μηνυμάτων στο Twitter μεταξύ 2006-2017.

Συνολικά, αναλύθηκε η πορεία περίπου 126.000 ιστοριών, τις οποίες προώθησαν με «τιτίβισμα» (tweet) τρία εκατομμύρια άνθρωποι πάνω από 4,5 εκατομμύρια φορές. Αυτές οι ιστορίες χωρίσθηκαν σε αληθινές και ψευδείς και μετά έγινε σύγκριση για την πιθανότητα μία ιστορία να αναπαραχθεί μέσω του Twitter.

 Διαπιστώθηκε ότι οι ψευδείς ειδήσεις και γενικότερα οι ψευδείς πληροφορίες όχι μόνο εμφανίζουν συνεχή αύξηση στο Twitter, αλλά, επίσης, διασπείρονται πολύ πιο μακριά, πιο γρήγορα, πιο βαθιά και πιο πλατιά από ό,τι η αλήθεια και αυτό αφορά όλες τις κατηγορίες πληροφόρησης.

Χάραξη στρατηγικής της Ε.Ε για την αντιμετώπιση των Fake news

Τα «Fake news» και κυρίως η αντιμετώπιση των ψευδών ειδήσεων είναι ένα θέμα που απασχολεί έντονα την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γι' αυτό επιχειρεί να καταστρώσει ένα σχέδιο αντιμετώπισης το οποίο θα παρουσιαστεί στο τέλος της Άνοιξης του 2018 και το οποίο δεν αποκλείεται να αποτελέσει εφαλτήριο για τη δημιουργία νέων νομοθετικών προτάσεων